Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Μέρος 35


Ο Κιουταχής, άμα εξημέρωσε και είδε τους Έλληνας εις ταύτας τας
θέσεις, συνήθροισεν εις Σέγκιον (Άρειον Πάγον) όσον στράτευμα
ηδύνατο να μετακινήση και αφ' ού τους παρεκίνησε και τους
ενεθάρρυνε με υποσχέσεις και αμοιβάς, τους διέταξε να
εφορμήσωσι κατά των προτεταγμένων Ελλήνων, το οποίον και
έπραξαν με τρομεράν μανίαν και ορμήν. Οι Έλληνες, οι οποίοι
μάλιστα δεν είχον προφθάσει να κάμωσι δυνατούς τους προμαχώνας
των, μόλις εκένωσαν τα πυροβόλα των και ευρέθησαν εν τω μέσω
των Τούρκων, χωρίς να λάβωσι καιρόν να γεμίσωσι πάλιν.
Πολεμούντες λοιπόν συμμεμιγμένοι με τους εχθρούς, εχάθησαν
σχεδόν όλοι. Την φθοράν ταύτην ιδόντες οι εις τα λοιπά
οχυρώματα Έλληνες ετράπησαν εις φυγήν πριν έλθωσιν εις μάχην
μετά των εχθρών. Αλλά το ιππικόν του εχθρού εφόνευεν όσους
επρολάμβανεν. Ο τρόμος αποκατέστη γενικός και όλοι έφευγον προς
την θάλασσαν διά να σωθώσιν εις τα πλοία. Ο δε Κόχραν και ο
αρχιστράτηγος, οι οποίοι είχον εξέλθει εις την ξηράν, έπεσον
εις την θάλασσαν διά να προλάβωσι να φύγωσιν. Ο όλεθρος ήθελε
γένει γενικός και υποκάτω ακόμη εις τα κανόνια των Ελληνικών
πλοίων, εάν ο Νικόλαος Ζέρβας δεν εμπόδιζε με το σπαθί εις τας
χείρας τους φεύγοντας και δεν τους εμψύχωνε με το παράδειγμά
του διά να συσσωματωθώσι και ν' ανθέξωσιν εις τας εχθρικάς
προσβολάς. Οι Τούρκοι πλησιάσαντες είς το παραθαλάσσιον και
ιδόντες τους Έλληνας συσσωματωμένους και ετοίμους δι'
αντίκρουσιν, προστατευομένους μάλιστα και από των πλοίων τα
κανόνια, δεν επεχείρησαν άλλην προσβολήν, ευχαριστημένοι,
φαίνεται, από την άχρι τούδε έκβασιν, αλλ' επέστρεψαν εις το
στρατόπεδόν των.

Η ζημία την οποίαν έλαβον οι Έλληνες εις ταύτην την μάχην
υπήρξε μεγίστη και οποία δεν συνέβη έως ταύτην την εποχήν.
Πεντακόσιοι περίπου Έλληνες εφονεύθησαν και αιχμαλωτίσθησαν, εκ
των οποίων οι περισσότεροι ήσαν τακτικοί, Κρήτες και Σουλιώται·
προ πάντων όμως η μάχη αύτη υπήρξεν ολεθρία διά το πλήθος των
αξιωματικών, οίτινες εφονεύθησαν ή επιάσθησαν ζώντες· μεταξύ
των πρώτων συναριθμούνται ο Λάμπρος Βέικος, ο Γεώργιος
Τζαβέλας, ο Αθανάσιος Τούσια Μπότζαρης και ο Ιωάννης Νοταράς·
μεταξύ δε των αιχμαλωτισθέντων ο Γεώργιος Δράκος και ο
Δημήτριος Καλλέργης (52).

Ίσως δεν ήθελε γένει τόσον σωματική ζημία εις τους Έλληνας, εάν
άμα συνεκλήθη η μάχη εις τούτο το μέρος, οι εις Κερατζίνι
ήθελον εφορμήσει  κατά των αντικρύ των τοποθετημένων εχθρών,
καθώς ήτον το σχέδιον του Καραϊσκάκη· αλλ' εις το συμβούλιον,
το οποίον προανεφέραμεν, δεν ενεκρίθη να γένη από τούτο το
μέρος κίνημα. Μ' όλον τούτο, ενώ συνεκροτείτο η μάχη, εις το
πέραν μέρος τινές των αξιωματικών εκ των του σώματος του
Καραϊσκάκη, βλέποντες διάφορα σώματα Τούρκων αποκοπτόμενα από
τα πλησίον οχυρώματα και μεταβαίνοντα εις τον τόπον της μάχης,
επρόβαλον να γένη και από μέρους των κίνημα κατά των εχθρών,
τουλάχιστον όσον να τους εμποδίσωσι του να δώσωσι βοήθειαν εις
τους μαχομένους· αλλ' ο Γιαννούσης επρότεινε να μην κάμωσι
κανέν κίνημα έως να γένη μισής ή και μιας ώρας μάχη εις το
πέραν μέρος, και τότε να εφορμήσωσι εδώθεν διά να κάμωσι
λαμπρότερον έργον κάμνοντες αντιπερισπασμόν εις τον εχθρόν. Το
πρόβλημα τούτο εισηκούσθη χωρίς δυσκολίαν, διότι εφαίνετο
εύλογον και διότι όλοι εσέβοντο τον Γιαννούσην (καθώς και ο
ίδιος Καραϊσκάκης) διά την ανδρίαν και πολεμικήν εμπειρίαν του·
αλλ' έως ου να κινηθώσιν ούτοι, εις το αντικρύ μέρος άλλοι μεν
είχον ήδη κατακοπή από τους εχθρούς, οι δε λοιποί τραπέντες εις
φυγήν κατεδιώκοντο.

Διά την αποτυχίαν ταύτην και διά την τρομερωτάτην σφαγήν όλον
το στρατόπεδον έπεσεν εις μεγίστην αθυμίαν· ο δε γενικός
κανονοβολισμός των εχθρών αποκατέστησε ζωηροτέραν την λύπην και
τον φόβον δεινότερον, ώστε μόλις έπαυσεν η μάχη και ο Ιωάννης
Θ. Κολοκοτρώνης, οι Πετμεζαίοι και ο Σισίνης εμήνυσαν εις την
επιτροπήν του σώματος του Καραϊσκάκη διά να στείλωσι στράτευμα
να πιάση τας οποίας αυτοί κατείχον θέσεις, διότι δεν ημπορούν
να κρατήσωσι τους στρατιώτας των, από τους οποίους άλλοι μεν
ήρχισαν ήδη να φεύγωσι κρυφίως, άλλοι δε ζητούν φανερά την
φυγήν.

Η επιτροπή αύτη προσκαλέσασα και όλους τους αξιωματικούς του
στρατοπέδου έκαμε σύσκεψιν περί του πρακτέου και ευρέθη εύλογον
να συσφίξωσι το στρατόπεδον καταβαίνοντες πάλιν εις τας πρώτας
θέσεις των και να φυλάξωσι την σειράν των οχυρωμάτων από
Κερατζίνι έως Φαληρέα. Διά να μη λάβη δε ο εχθρός είδησιν και
προξενήση τινά βλάβην, η μετάβασις απεφασίσθη να γένη την νύκτα
μ' όλην την απαιτουμένην μυστικότητα και φρόνησιν. Όσον
αναγκαιοτέρα ενομίζετο η μυστικότης, τόσον ολιγώτερον την
εφύλαξαν οι Έλληνες εις την ώραν της μεταβάσεως. Από τας
συνομιλίας, από τον κτύπον των κανοναμαξών και από την
απροσεξίαν, με την οποίαν εκτελούσαν τα διαταττόμενα, εννόησεν
ο εχθρός την φυγήν των.

Εις την ώραν ταύτην κανείς από τους Έλληνας δεν είχεν άλλο προ
οφθαλμών, ειμή την ιδίαν του σωτηρίαν, και κρίνων από το
αίσθημα, το οποίον εκυρίευε την καρδίαν του, δεν εμπιστεύετο
εις άλλον· εστέλλετο κανείς εις σκοπιάν; ενόμιζεν ότι οι λοιποί
τον άφησαν και έφυγον, ή ότι θέλουν τον αφήσει, και ούτε αυτός
εκτελούσεν ως έπρεπε το χρέος του, ούτε οι λοιποί ηδύναντο να
εμπιστευθώσι. Θόρυβος και αταξία μεγίστη εκυρίευε καθ' όλον το
στρατόπεδον και έφευγον όλοι με βίαν προς την θάλασσαν και τον
Φαληρέα. Οι πλησιέστεροι εκ των εχθρών, οι οποίοι είχον
εννοήσει την αναχώρησιν και ήσαν έτοιμοι, μόλις είδον τους
Έλληνας αναχωρήσαντας, εμβαίνουν εις τους εγκαταλειφθέντας
προμαχώνας και βάλλουσι φωτίαν εις τας καλύβας διά να δώσωσιν
ευκολώτερον και εις τους λοιπούς Τούρκους την είδησιν της
φυγής.

Όσοι ήσαν τοποθετημένοι πλησιέστερον των εχθρών, φεύγοντες προς
την θάλασσαν, εύρισκον ερήμους τους προμαχώνας, όθεν διέβαινον,
ενώ οι φυλάττοντες αυτούς Έλληνες ήσαν εις χρέος να τους
περιμείνωσι, να ενωθώσιν όλοι ομού και ούτω ν' αναχωρήσωσι.
Τούτο αύξησε την δυσπιστίαν και την ταραχήν· ό,τι όμως την
εκορύφωσεν ήτον, ότι ελθόντες εις τα οχυρώματα, εις τα οποία
είχον αποφασίσει να τοποθετηθώσι, δεν εύρισκον εκείνους, οι
οποίοι τα εφύλαττον· ώστε αν οι Τούρκοι εγνώριζον την
κατάστασιν των φευγόντων και ήθελον τους καταδιώξει με
ολιγώτερον φόβον και συστολήν, ήθελον τους προξενήσει
σημαντικωτάτην ζημίαν. Τόσον μέγας ήτον ο φόβος, όστις
εκυρίευσε το στρατόπεδον, ώστε η εμπροσθοφυλακή, ή κάλλιον οι
φεύγοντες πρώτοι, απαντήσαντες έν ποίμνιον ενόμισαν ότι ήτον
εχθρικόν ιππικόν, και οπισθοδρομήσαντες διέδωκαν την είδησιν
ταύτην εις τους ακολουθούντας, ώστε αν δεν ήθελον έβγει
ογλίγωρα από την απάτην, πολύ μέρος του στρατεύματος ήθελε
ριφθή εις την θάλασσαν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου